- κατορθωμάτων
- κατόρθωμαsuccessneut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
έπος — Εκτεταμένο ποίημα, το οποίο μέσω της εξιστόρησης είτε ηρωικών πράξεων μυθολογικών ή πραγματικών προσώπων είτε υπερφυσικών γεγονότων εκφράζει, σε ύφος υψηλό, τη βαθύτερη σημασία που έχει η ιστορία μιας κοινότητας ανθρώπων και της δίνει συνείδηση… … Dictionary of Greek
Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει … Dictionary of Greek
John Kinnamos — Joannes Kinnamos or John Cinnamus ( el. polytonic|Ἰωάννης Κίνναμος or Κίναμος or Σίνναμος; fl. 12th century) was a Byzantine historian. He was imperial secretary (Greek grammatikos, most likely a post connected with the military administration)… … Wikipedia
Juan Cinnamo — (Griego: Ἰωάννης Κίνναμος, Ioannes Kinnamos; (1143 ?) fue un historiador bizantino, secretario (grammatikos) del emperador Manuel I Comneno (1143 1180), al cual acompañó en sus campañas militares en Europa y Asia Menor. Aparentemente… … Wikipedia Español
ХРИСИПП — ХРИСИПП (Χρύσιππος) из Сол (ок. 278 ок. 205 н. э.), третий схоларх Стой и крупнейший представитель стоицизма, ученик и преемник Клеанфа. Жизнь. Единственное определенное хронологическое свидетельство «Хроники» Аполлодора (SVF II 1 = D. L … Античная философия
Πίνδαρος — I Αρχαίος Έλληνας ποιητής (Κυνός Κεφαλαί, Βοιωτία 518 Άργος 440 π.Χ.), ο κορυφαίος των αρχαίων λυρικών. Ξένος πνευματικά στη μεταβολή που ακολούθησε μετά τους περσικούς πολέμους και οδήγησε στον θρίαμβο της δημοκρατίας, παράμεινε επίμονα… … Dictionary of Greek
Ταρταρίνος — ο, Ν 1. όνομα ενός κωμικοτραγικού προσώπου τού γαλλικού μυθιστορήματος ο οποίος παρίστανε τον εαυτό του ως ήρωα ανύπαρκτων κατορθωμάτων 2. ως προσηγ. ο ταρταρίνος ψευτοπαληκαράς, καυχηματίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. tartarin. Η λ. μαρτυρείται από το… … Dictionary of Greek
εποποιία — η (AM ἐποποιία, Α και ἐποποιίη) 1. η σύνθεση επικού ποιήματος 2. η επική ποίηση, το έπος («τὰ εἴδη ταυτὰ δεῑ ἔχειν τὴν ἐποποιίαν τῇ τραγῳδίᾳ», Αριστοτ.) νεοελλ. σειρά κατορθωμάτων ή ηρωικών πράξεων τα οποία θα άξιζε να υμνηθούν με τη σύνθεση… … Dictionary of Greek
κατόρθωμα — το (ΑΜ κατόρθωμα, Μ και κατόρθωμαν) [κατορθώ] 1. εξαιρετική επιτυχία μετά από επίπονη προσπάθεια, επίτευγμα (α. «θα είναι μεγάλο κατόρθωμα αν πετύχεις σ αυτές τις εξετάσεις» β. «κατορθωμάτων γινομένων τῷ ἔθνει τούτῳ διὰ τῆς σῆς προνοίας», ΚΔ) 2.… … Dictionary of Greek
λέων — I Όνομα λογίων της βυζαντινής περιόδου. 1. Λόγιος και κληρικός (9ος αι.). Σοφός δάσκαλος με ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και σκέψη, άκμασε την εποχή κατά την οποία στο Βυζάντιο σημειώθηκε μια αξιόλογη πνευματική άνθηση επί Θεοφίλου και Μιχαήλ Γ’ … Dictionary of Greek